ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΜΑΣ
Γράφει η Αγαθή Γρίβα- Αλεξοπούλου,
Φιλόλογος
Συνεργάτης της εφημερίδας "Αρκαδικό Βήμα" (*)
Μεγάλωσα
κουβαλώντας στην καρδιά μου μια τρυφερή αγάπη για το βουνό αξεδιάλυτα δεμένη με
την αγάπη για τον τόπο που με γέννησε, τους γονείς μου και τη γλυκιά νοσταλγία
των παιδικών μου χρόνων.
Νιώθω
παιδί του βουνού. Γεννημένη στην Αρκαδία, στα πλευρά των πρώτων σχετικά χαμηλών
υψωμάτων του Ταΰγετου - πριν αυτός προλάβει να γιγαντωθεί στη γη της Λακωνίας - νιώθω παιδί ενός ήμερου
ποιμενικού Ταΰγετου, προστατευτικού και καθόλου εξουσιαστικού. Αισθάνομαι ότι
του οφείλω κάτι από το αίμα μου και πολλά από το χαρακτήρα μου. Υπήρξε στ’ αλήθεια
για μένα μια σπουδαία προπαιδεία για τη ζωή και φυσικά για την κατοπινή βαθιά
αγάπη μου στα βουνά.
Η
συνειδητή αυτή αγάπη αναπτύχθηκε σταδιακά στην ενήλικη ζωή μου, όταν η τύχη με
συνέδεσε με ένα άλλο υπέροχο βουνό που με μύησε στη μαγεία και το μεγαλείο της
φύσης και με έκανε να το έχω μέσα μου κάτι σαν κατοικία της ψυχής!
Πρόκειται
για το Μαίναλο, το βουνό του Πάνα και των νυμφών, τη γενέθλια γη των
Κολοκοτρωναίων, το κατεξοχήν αρκαδικό βουνό. Στις πρώτες μου αναβάσεις εκεί
πάνω – χρόνια πριν απ’ τις μεγάλες πυρκαγιές - με δέος αντίκριζα τις δασωμένες πλαγιές του και τις δυσθεώρητες κορυφές του και διαπίστωνα
ότι βρισκόμουν σε ένα βουνό εφάμιλλο των Άλπεων. Το Ραπούνι, το οροπέδιο στη
διαδρομή από Χρυσοβίτσι προς Στεμνίτσα, με την αλληλοδιαδοχή των κορυφών δεξιά
και αριστερά του, φάνταζε στα μάτια μου βγαλμένο από καρτ ποστάλ ελβετικού
τοπίου. Εκεί το έλατο είχε επιβάλει την κυριαρχία του,
σχεδόν μονοκρατορία. Μπορεί να στερούσε το δάσος από την ποικιλία, του χάριζε
όμως την αειθαλή βαθυπράσινη φορεσιά του. Με τον καιρό αφομοίωσα την επιβλητική
μορφή του ελατόδενδρου: τον ευθυτενή και στιβαρό κορμό του, την σχεδόν
γεωμετρική διάταξη των κλαδιών και των φύλλων του, τη σταυροειδή απόληξη της
κορυφής του και κατέληξα να λατρέψω τη δωρική ομορφιά του.
Οι
περιπλανήσεις στο Ραπούνι αντικαταστάθηκαν σταδιακά από διαδρομές προς τον
Ξηρόκαμπο και τη Στεμνίτσα, προς το Αρκουδόρεμα και το Λιμποβίσι, προς το
Χρυσοβίτσι και τα Λυκόχια, προς τις Μουτσάρες, τα Κανελάκια και το Παλιοχώρι ή
ακόμα μακρύτερα προς την Ελάτη, το
Πυργάκι, το Μυλάοντα ποταμό και τη Βυτίνα ή την Πιάνα και την Αλωνίσταινα.
Το
πατρικό των Κολοκοτρωναίων στο Λιμποβίσι, η βρύση και το εκκλησάκι της Ζωοδόχου
Πηγής στο Παλιοχώρι , οι λιλιπούτιες λιμνούλες στα Κανελάκια, έγιναν με τα
χρόνια οι πιο αγαπημένοι απογευματινοί προορισμοί στη διάρκεια των καλοκαιρινών
διακοπών μας στο χωριό.
Εκεί
ψηλά βέβαια, ακόμη και στα τέλη Ιουλίου, νιώθεις ότι το καλοκαίρι δεν έχει
φτάσει ακόμα ή καλύτερα πως η άνοιξη αρνείται να του παραδώσει τα σκήπτρα. Η
δροσερή θεά φροντίζει και στολίζει ένα
πλήθος βοτάνων και λουλουδιών. Έτρεφα την ψευδαίσθηση ότι είχα δει τα ωραιότερα:
Δενδρομολόχες, ανθώνες βαλσαμόχορτου, κρόκους, ίριδες, αγριοτριανταφυλλιές,
αυτοφυείς τουλίπες, γλαδιόλες και
εντυπωσιακές στην ανάπτυξη και την ποικιλία τους ορχιδέες. Όμως το ίδιο το
βουνό με διέψευσε. Και μου απέδειξε επίσης πως, αν δεν φτάσεις σε ψηλή κορυφή,
(όχι κατ’ ανάγκη στην ψηλότερη) τίποτα δεν γνωρίζεις από βουνό.
Ήταν
αλήθεια πως όλα αυτά τα χρόνια είχα αρκεστεί στις εύκολες χαρές και χάρες του
βουνού: Στις χούνες, τα οροπέδια, τις
ρεματιές και τα χαμηλότερα υψώματα. Το 2012 - 2013 αποφάσισα να ακολουθήσω
τους τολμηρότερους της οικογένειας σε μια ανάβαση σε κορυφή της περιοχής του
Ραπουνιού λίγο πιο ανατολικά από το Μπλεσίβο, την ψηλότερη κορυφή του εκεί
συγκροτήματος. Αφήσαμε το αυτοκίνητο
στην ανατολική έξοδο του οροπεδίου προς το Χρυσοβίτσι και πήραμε ένα δασικό
δρόμο. Σχεδόν αμέσως και πριν προλάβουμε να μπούμε στο ελατοδάσος, αντικρίσαμε
πάνω μας αληθινούς κρεμαστούς κήπους πνιγμένους στα λουλούδια. Πολλά, στις
αποχρώσεις του φούξια και του βυσσινί, σχημάτιζαν συστάδες ή μεγαλύτερες
αποικίες. Ενώ άλλα, ανθοδέσμες ολόδροσες
στον τύπο της καμπανούλας, φαίνονταν κρεμασμένα στις προεξοχές των βράχων. Το ανοιχτότερο
ή βαθύτερο μωβ χρώμα τους συμπλήρωνε το φάσμα του ιώδους. Λίγο ψηλότερα ανάμεσα
στις φτέρες ξεπετιούνταν δεκάδες κρίνοι με τρυφερούς αρκετά ψηλούς βλαστούς και
άνθη που έμοιαζαν πολύ με εκείνα του κρίνου της Παναγίας. Το φλογερό κόκκινο
χρώμα τους όμως μόνο σε ιβίσκους είχα ξαναδεί στη ζωή μου. Το σκηνικό
συμπλήρωναν θαμνώδη με λευκά ή κίτρινα άνθη και κάποια αναρριχώμενα που θύμιζαν
αγιόκλημα.
Η
συγκίνησή μας ήταν μεγάλη! Εκείνο το απόγευμα γινόμαστε μάρτυρες της
αναγεννητικής δύναμης της φύσης· Διαπιστώναμε δηλαδή πως το βουνό
έκλεινε μόνο του τις πληγές που του είχαν αφήσει οι πυρκαγιές προηγούμενων χρόνων, επιστρατεύοντας τα
ωραιότερα άνθη και τα ζωηρότερα χρώματα!
Ακολουθήσαμε
τη διακλάδωση του δρόμου με βορειοδυτική κατεύθυνση και μπήκαμε στη σκιερή
πλευρά του ορεινού όγκου. Το δάσος εκεί είχε αποφύγει, με μικρές απώλειες, τη
μανία της φωτιάς και ο δρόμος περνούσε ανάμεσα στα έλατα. Η διαδρομή ήταν
υπέροχη·
Η συνεχής ανάβαση όμως εξελισσόταν σε
μια ιδιαίτερα επίπονη διαδικασία που δοκίμαζε τις αντοχές όλων και περισσότερο
τις δικές μου. Ανεβαίναμε όλο και ψηλότερα· Είχαμε χωθεί για καλά στο
δάσος, σχεδόν αδιαπέραστο από το φως που άλλωστε συνεχώς λιγόστευε, καθώς η
σκιά που άφηνε το ίδιο το βουνό ανέβαινε αργά – αργά στην πλαγιά, όσο ο ήλιος
αντίστροφα κατέβαινε προς τη δύση. Είχαμε αργοπορήσει υπερβολικά! Γινόταν πλέον
φανερό ότι η ανάβαση ως την κορυφή ήταν
αδύνατη!
Έπρεπε
να επιστρέψουμε! Παρόλα αυτά αποφασίσαμε να φτάσουμε στο στεφάνι από πάνω για
να χαρούμε τη θέα. Κάτω χαμηλά σε μεγάλο
βάθος φαινόταν κομμάτι του Ραπουνιού. Λίγο
πιο πίσω ανάμεσα στις άλλες κορυφές ξεχωρίζαμε το Λιμποβίσι και δυτικότερα την
Κλινίτσα·
Ενώ στο βάθος και προς βορρά διακρίνονταν οι ψηλότερες κορυφές του Μαινάλου να αλλάζουν συνεχώς χρώματα στο φως του
δειλινού.
Η θέα ήταν μαγική! Ήταν η πρόγευση της πιο συγκλονιστικής
εμπειρίας που μου επιφύλασσε η ανάβαση στο Μπλεσίβο την επόμενη χρονιά·
Την αίσθηση δηλαδή πως εκεί ψηλά ανοίγεσαι σε έναν σχεδόν ατέρμονα ορίζοντα,
πως έστω και για λίγο και μόνον οπτικά μπορείς να κυριαρχήσεις στο χώρο, πως
δεν σε ορίζει αυτός αλλά εσύ εκείνον. Κάτι που μπορεί να προκαλέσει μέσα σου
την πλημμυρίδα μιας ανείπωτης ελευθερίας.
Η
ανολοκλήρωτη όμως ανάβαση του 2013 είχε
μια διαφορετική εξέλιξη που μου δίδαξε πως είναι αλαζονεία να αναμετριέσαι με
τη φύση. Ο αέρας που φυσούσε από νωρίς, όσο περνούσε η ώρα, δυνάμωνε όλο και πιο
πολύ. Μέσα από το δάσος σηκωνόταν βαθμηδόν μια σύμμεικτη βουή κάτι σαν
συριγμός, τριγμός, θρήνος και ουρλιαχτό μαζί. Ήταν το ελατοδάσος βεβαίως με τα
ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του που προκαλούσε την ένταση και το απόκοσμο αυτού
του ήχου. Ήταν οι στιβαροί κορμοί τόσων χιλιάδων δένδρων στοιχημένων σε
επάλληλες γραμμές που αντιστέκονταν στην ορμή του ανέμου! Ήταν τα αμέτρητα
κλαδιά τους που αναγκάζονταν να παραδοθούν σε μια σχεδόν ακατάπαυστη κίνηση! Μα
πάνω απ’ όλα ήταν οι αδρές ελατοβελόνες - χορδές τους που δονούνταν κατά τις προσταγές
του βοριά ή του Πάνα και μετατρέπονταν σε αναρίθμητες δαιμονικές φυσαρμόνικες!
Αυτόματα
είχε αναδυθεί στη σκέψη μου η μορφή του αρχαίου θεού και για πρώτη φορά
κατανοούσα εντελώς, γιατί οι προγονοί μας παρήγαγαν τη λέξη πανικός από τον
τραγοπόδη αρκαδικό θεό! Ζούσαμε κάτι το τρομακτικό και μεγαλειώδες ταυτόχρονα.
Οι υπόλοιποι της παρέας βλέποντας την ταραχή μου με καθησύχαζαν, αλλά δεν παρέλειψαν
να διηγηθούν την ιστορία του ερημίτη που τίποτα στη ζωή του δεν φοβήθηκε
περισσότερο από το σκούξιμο τους ελατοδάσους.
Το
βουνό μας έδιωχνε! Ανυπερθέτως έπρεπε να βγούμε από το δάσος προτού πέσει το
σκοτάδι. Ριχτήκαμε στην κατηφόρα και καλύψαμε εύκολα την απόσταση….
Όποιος
γνωρίσει το Μαίναλο δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσει πως είναι ένα από τα
ωραιότερα και πιο φιλόξενα βουνά της πατρίδας μας.
Οι
σκιερές κι απόμερες γωνιές του μπορούν να εξασφαλίσουν στον καθένα στιγμές
απομόνωσης, εσωτερικής αναζήτησης και επαφής με τον αυθεντικότερο εαυτό του. Τα
δροσερά λιβάδια του μπορούν να χαρίσουν σε όλους στιγμές ευφρόσυνης
περιπλάνησης. Μα πάνω απ’ όλα, ανυπέρβλητες στιγμές εσωτερικής πληρότητας και
ψυχικής ανάτασης επιφυλάσσουν στους τολμηρότερους οι ψηλές κορυφές του!
__________
(*) Το άρθρο είναι προδημοσίευση από την εφημερίδα "Αρκαδικό Βήμα" από το φύλλο 287 //
Αύγουστος 2017.
__________
(*) Το άρθρο είναι προδημοσίευση από την εφημερίδα "Αρκαδικό Βήμα" από το φύλλο 287 //
Αύγουστος 2017.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου